Ντικ Σουντίρμαν

Ο Ντικ Σουντίρμαν γεννήθηκε στις 29 Απριλίου 1922 στο Πεματάνγκ Σιανγκτάρ της Βόρειας Σουμάτρα στην Ινδονησία. Ο πατέρας του, Σοεμόνο, ήταν τεχνικός λειτουργός στο Δημοτικό Γραφείο του Πεματάνγκ Σιανγκτάρ. Προερχόμενος από οικογένεια φιλάθλων, ξεκίνησε να παίζει μπάντμιντον στην αυλή του.

Όταν ήταν μεγαλύτερος, μετακόμισε στη Γιογκγιακάρτα για επίσημη εκπαίδευση και ξεκίνησε την πορεία του ως παίκτης. Συμμετείχε σε σωματειακές διοργανώσεις και ήταν βασικός παίκτης στις νικήτριες ομάδες. Τελικά, μετακόμισε στη Τζακάρτα, όπου συνέχισε τη νίκη του και καθιερώθηκε ως ένας κορυφαίος παίκτης στην πόλη. Ο πρώτος μεγάλος τίτλος του Σουντίρμαν, ήταν το πρωτάθλημα Μέιτζι Σέτσου το 1943. Κατά τη διάρκεια της Ιαπωνικής κατοχής, συνέχισε να διατηρεί τη θέση του ως κορυφαίος παίκτης στη Τζακάρτα.

Συνέχισε την επιμόρφωσή του στην Ακαδημία Εμπορίου της Ινδονησίας και στο Πανεπιστήμιο των Συρακουσών. Έγινε διευθυντής της εταιρίας PT Tempo, πρόεδρος και διευθυντής των εταιριών PT Scanchemies και PT IPI (Industri Pembungku Internasional) και πρόεδρος Ινδονησιακών φαρμακευτικών εταιριών. Το μπάντμιντον στην Ινδονησία δεν ήταν πολύ οργανωμένο εκείνη την εποχή. Είχε επικεντρώσει το μυαλό του στο να το αλλάξει αυτό, με την εμπειρία του ως παίκτης του μπάντμιντον και ως επιχειρηματίας. Το 1951, αρκετοί λάτρεις του μπάντμιντον, συγκεντρώθηκαν στο Μπαντούνγκ, για να ιδρύσουν την Ομοσπονδία Μπάντμιντον της Ινδονησίας (Badminton Association of Indonesia/Persatuan Bulutangkis Seruluh Indonesia-PBSI). Ο Ρόχντι Παρταατμάντγια ήταν ο πρώτος πρόεδρος και ο Σουντίρμαν εργάστηκε υπό την ιδιότητα του πρώτου αναπληρωτή.

Το επόμενο έτος, ο Σουντίρμαν εξελέγη πρόεδρος. Λίγο πριν το συνέδριο, παντρεύτηκε τη Μαριάνα Μααρούφι, με την οποία απέκτησε 6 παιδιά. Θα κατείχε τη θέση του προέδρου της PBSI από το 1952-1963 για 6 θητείες και 1967-1981 για 4 θητείες. Αφιέρωσε συνολικά 24 χρόνια δέκα θητειών υπηρετώντας ως πρόεδρος της PBSI. Μετά τις θητείες του ως προέδρου, εξελέγη μέλος του ΔΣ το 1985, αλλά δυστυχώς πέθανε το 1986, προτού προλάβει να ολοκληρώσει τη θητεία.

Ασχολήθηκε όλο και περισσότερο με το μπάντμιντον, σε σημείο που λέγεται ότι πούλησε το αγαπημένο του αυτοκίνητο Chevrolet για να χρηματοδοτήσει τη συμμετοχή της ομάδας της Ινδονησίας στον τελικό του Τόμας Καπ του 1958 με τη Μαλαισία στη Σιγκαπούρη.

Η γενναιοδωρία του, ανταμείφθηκε όταν η Ινδονησία κέρδισε το πρώτο της Τόμας Καπ. Η Ινδονησία συνέχισε την κυριαρχία της στο Τόμας Καπ μέχρι το 1979 και κέρδισε 6 από τους 7 τελικούς του. Έχασε στο Τόμας Καπ του 1967 από τη Μαλαισία.

Είχε ένα ακόμα μεγαλύτερο όραμα για το μπάντμιντον στην Ινδονησία. Το 1973 έγινε μέλος του ΔΣ της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας. Ήταν ο δεύτερος Ινδονήσιος μετά τον Φέρι Σονέβιλ (1961-1965) που υπηρετεί στο Συμβούλιο. Μετά τη θητεία του ως μέλος του ΔΣ της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας, ο Σουντίρμαν γι’ άλλη μια φορά ακολούθησε τα βήματα του προκατόχου του, του Σονέβιλ, για να γίνει ο δεύτερος Ινδονήσιος που κρατάει τη θέση αντιπροέδρου της Συνομοσπονδίας. Η θητεία του το 1975-1983 αποδείχτηκε ταραχώδης όταν πολλές χώρες εγκατέλειψαν την Παγκόσμια Συνομοσπονδία (IBF τότε) για να ιδρύσουν το 1978 τη δική τους, με την ονομασία World Badminton Federation. Η Κίνα και άλλες 18 χώρες είχαν εγκαταλείψει τη Συνομοσπονδία (IBF) λόγω της αβεβαιότητας της Ταϊβάν και της Νότιας Αφρικής. Η διάσπαση εξασθένισε το επίπεδο των κορυφαίων τουρνουά και επηρέασε αρνητικά την πιθανότητα του μπάντμιντον να γίνει Ολυμπιακό άθλημα.

Ο Σουντίρμαν χρησιμοποίησε τις μεγάλες σχέσεις του που προωθήθηκαν από τη θητεία του ως αντιπροέδρου της Ασιατικής Συνομοσπονδίας για να φέρει πιο κοντά τους δυο οργανισμούς. Ο μακροχρόνιος συνεργάτης του, Σουχάρσο Σουχαντινάτα, είπε «πιθανώς η πιο αξιομνημόνευτη συνεισφορά του θα μπορούσε να μηδενιστεί στην εκδήλωση της 28ης Μαΐου 1978 στο Μπαντούνγκ» στην οποία ο Σουντίρμαν διοργάνωσε μια συνάντηση ανάμεσα στην IBF και την WBF. Το προϊόν αυτής της συνάντησης, ήταν ο σχηματισμός επιτροπής για την εξεύρεση λύσεων στη σύγκρουση μεταξύ των δυο οργανισμών. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Σουντίρμαν κατάφερε επίσης να οργανώσει φιλικούς αγώνες μεταξύ IBF και WBF για να προωθήσει καλές σχέσεις. Όπως δήλωσε ο Σουχαντινάτα, η περίφημη συνάντηση το 1979 πιστεύεται ευρέως ότι άνοιξε το δρόμο προς την ενότητα, κάτι που έγινε πραγματικότητα στις 28 Μαΐου 1981 όταν μέλη της WBF ψήφισαν υπέρ της ενοποίησης για χάρη του αθλήματος. Ήταν ακριβώς δυο χρόνια μετά την συνάντηση.

Ο τότε πρόεδρος της IBF, Στέλαν Μοχλίν, προφανώς ήθελε το Σουντίρμαν να τον διαδεχτεί, αλλά οι φιλοδοξίες του δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Ο Σουντίρμαν αναφέρθηκε λέγοντας «Η συμμετοχή μου στο μπάντμιντον είναι ως υποχρεωτική δουλειά. Το να είσαι απασχολημένος στον κόσμο της Φαρμακευτικής είναι απλώς ένα χόμπι».

Η Παγκόσμια Συνομοσπονδία αναγνώρισε τη μεγάλη του συμβολή στο άθλημα με το Βραβείο Διακεκριμένων Υπηρεσιών της IBF στα 64α γενέθλιά του, στις 29 Απριλίου 1986. Το βραβείο δεν έλαβε ούτε μια στιγμή πολύ σύντομα. Δυστυχώς, ο Σουντίρμαν είχε υψηλή πίεση και νεφρική ανεπάρκεια. Ήταν άρρωστος για μερικούς μήνες πριν υποστεί εγκεφαλικό και πεθάνει στις 10 Ιουνίου 1986 στις 10 το βράδυ (τοπική ώρα) στο Νοσοκομείο Πέλνι στη Τζακάρτα.

Μετά το θάνατό του, ο Σουχαντινάτα ώθησε την Παγκόσμια Συνομοσπονδία για τη δημιουργία ενός Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Μικτών Ομάδων και πρότεινε να ονομαστεί το τρόπαιο στη μνήμη του Σουντίρμαν. Πρότεινε ότι η Ινδονησία πρέπει να δωρίσει το τρόπαιο. Το Συμβούλιο της IBF έλαβε την πρόταση το 1986 και το Σουντίρμαν Καπ έγινε πραγματικότητα το 1988. Το τουρνουά είχε προγραμματιστεί να παιχτεί ακριβώς πριν από τα Ατομικά Παγκόσμια Πρωταθλήματα. Η πρώτη διοργάνωση πραγματοποιήθηκε στη Τζακάρτα της Ινδονησίας το Μάιο του 1989. 28 έθνη συμμετείχαν και κατάλληλα η Ινδονησία έπαιξε εναντίον της Κορέας στον τελικό και κέρδισε 3-2. Η ομάδα της Ινδονησίας πήρε το τρόπαιο, ένα επιχρυσωμένο με χρυσό 22 καρατίων ασημένιο τρόπαιο αφιερωμένο στη μνήμη του Ντικ Σουντίρμαν. Το τρόπαιο κόστισε τότε 15.000 δολάρια.

Ο Ντικ Σουντίρμαν εντάχθηκε μετά το θάνατό του στο Hall of Fame της IBF (νυν BWF) το 1997.